Τρίτη, Μαρτίου 07, 2006

Περί ανθελλήνων, αντι-γερμανών, κλπ.

Γράφοντας για το καρναβάλι στο Μόναχο και για την ζωή στην Γερμανία, είχα μιλήσει θετικά για την καθημερινότητα των Γερμανών. («Είναι καλύτερη από τη δική μας... Απουσιάζουν η επιθετικότητα, η αγένεια, η υστερία, η γραφειοκρατία και η κακή οργάνωση - που κάνουν την ζωή μας σκέτη ταλαιπωρία...»).

Από τον Viennezo πήρα μία αρνητική απάντηση. Δεν συμμεριζόταν την άποψή μου ούτε για το καρναβάλι, ούτε για την ζωή στην Γερμανία. Και μου έγραφε: «Σε τέτοια ζητήματα είμαι με το μέρος του Heleno Saña, ενός Ισπανού που (λόγω γάμου με μια Γερμανίδα) ζει στη Γερμανία από το 1959 και ο οποίος έχει γράψει θαυμάσια βιβλία τα οποία κατά τα άλλα μου θυμίζουν έντονα τον δικό σας τρόπο σκέψης και γραφής».

Μου παρέθεσε αποσπάσματα από βιβλία του Saña τα οποία μου φάνηκαν ρατσιστικά, φανατικά και δογματικά. Το είπα και η απάντηση ήταν ότι κι εγώ έχω κάνει παρόμοια κριτική στους Έλληνες.

Το πράγμα χρειαζόταν ψάξιμο. Εντωμεταξύ ο Viennezos είχε την καλοσύνη να μου στείλει ένα εκτενές άρθρο του Saña. Βρήκα κι εγώ μερικά κείμενά του (τον αγνοούσα εντελώς). Και μπόρεσα να ξεκαθαρίσω μερικά πράγματα.

Νομίζω πως το πρώτο από αυτά είναι η αγάπη. Ο Saña τιτλοφορεί το άρθρο του: «Δεν μπορώ να αγαπήσω αυτή τη χώρα». Και μέσα στο άρθρο του προχωρεί ακόμα περισσότερο: «Κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει αυτή τη χώρα». (Κανείς;).

Για μένα κριτική σε μια χώρα ή σε ένα λαό μπορεί να κάνει μόνο όποιος έχει διεισδύσει μέσα στην ψυχή, την νοοτροπία, την ζωή του – και για να το κάνεις αυτό πρέπει να τον πονέσεις – αν όχι να τον αγαπήσεις. Η κριτική που έκανα εγώ στα βιβλία μου ξεκινάει από την μέριμνα, την φροντίδα και την αγάπη. Το ίδιο με την κριτική που έκανε ο Heine στους Γερμανούς («Όταν σκέπτομαι την Γερμανία την νύχτα, χάνω τον ύπνο μου»).

«Η Δυστυχία του να είσαι Έλληνας» τελειώνει με την φράση: «Τίποτα πάνω από αυτή τη γη δεν αγάπησα». Και στην «Απολογία ενός Ανθέλληνα» γράφω: «Το αν αγαπάω την Ελλάδα δεν θα το πω εδώ, τώρα - το γράφω (και το απεικονίζω στις φωτογραφίες μου) εδώ και σαράντα χρόνια. (Και μάρτυς μου "Το Φως των Ελλήνων"). Αγάπη όμως για μένα δεν είναι η άκριτη δοξολόγηση, η προσήλωση σε μύθους και οράματα, η εθνοκαπηλία και πατριδοκαπηλία. "Όποιος αγαπάει παιδεύει" λέει σωστά ο λαός μας - και η σωστή αγάπη φαίνεται με το πόσο μας καίνε τα στραβά και τα ανάποδα του τόπου μας».

Γιατί η κριτική σε έναν ολόκληρο λαό είναι δύσκολη και ευαίσθητη υπόθεση. Κατ’ αρχήν κινδυνεύει να περιπέσει στο αδίκημα του ρατσισμού – αν επιτίθεσαι στην φυλή και όχι σε συμπεριφορές (λάθος που κάνει ο Ισπανός). Έπειτα γιατί όλες οι γενικεύσεις είναι επικίνδυνες και παραπλανητικές. Και τρίτον γιατί πρέπει να εστιάζει στα προβλήματα που οδηγούν στις συμπεριφορές (π. χ. εμένα μονίμως με απασχολούσε η ελληνική ταυτότητα) και όχι να καταδικάζει χωρίς να αναλύσει.

Ο Saña δεν επιχειρεί καν να καταλάβει την Γερμανία. Απλώς την απορρίπτει – ολοκληρωτικά. Στέκεται απόμακρα, νοσταλγεί την χώρα του (όπου όλοι είναι ωραίοι, ευφυείς και ευγενείς) και αποκαλεί την Γερμανία «επιτομή του μη-είναι» (Inbegriff des Nicht-Seins) και του θανάτου. Είναι κακόφημη, νεκρή, οι άνθρωποι είναι αγενείς και χωρίς τακτ, η κουλτούρα της είναι «χάρτινη» και δεν αγγίζει τον άνθρωπο... Με άλλα λόγια δεν βρίσκει τίποτα θετικό σε έναν ολόκληρο λαό, σε μία ιστορία αιώνων, σε ένα πολιτισμό που έδωσε τόσους μεγάλους στοχαστές, μουσικούς, ποιητές... Με ...μετριοφροσύνη λέει πως έγραψε γι αυτή την χώρα τρία «επικριτικά έως εξολοθρευτικά (vernichtend) βιβλία» και απορεί γιατί ενόχλησαν τους Γερμανούς.

(Σκεφθείτε να ερχόταν ένας Γερμανός στην Ελλάδα και να μας έβριζε πατόκορφα...).

Ελπίζω να έγινε κατανοητό και από τον φίλο Viennezo ότι δεν έχω καμία σχέση με τον κύριο Saña. Σίγουρα μερικά από αυτά που γράφει είναι σωστά (καμία χώρα δεν είναι παράδεισος). Αλλά χάνει το δίκιο του όταν γίνεται απόλυτος και δογματικός. Τελικά πάσχει από αυτό για το οποίο κατηγορεί τους Γερμανούς. Του λείπει εντελώς η ανθρωπιά, η κατανόηση και η αγάπη.

Δευτέρα, Μαρτίου 06, 2006

Ο Μαύρος Αετός



Υπάρχουν πολλοί τρόποι, να επικοινωνείς με τον Θεό. Ένας από αυτούς είναι ο χαρταετός.

Την ώρα που έχει σηκωθεί ψηλά – πολύ ψηλά, σημαδάκι στο άπειρο, έχεις την αίσθηση πως τα τραβήγματα και τα τεντώματα στο σκοινί που κρατάς, είναι σημάδια από το Επέκεινα.

Σαν να 'σουνα δεμένος με τον άλλο κόσμο, τον πέρα από εμάς. Με μια λεπτή κλωστή, αόρατη, που σε συνδέει με το άγνωστο. Που σου στέλνει, μηνύματα και θείες νύξεις.

Κι αυτή η λαχτάρα ν' ανέβεις πιο ψηλά! Κάποια στιγμή γίνεται ύβρις. Ξεπερνάς τα όριά σου, ο αετός δεν μπορεί πια να σηκώσει το βάρος της καλούμπας και πέφτει.

Χιλιάδες τα κουφάρια και οι σκελετοί - σε σύρματα, σε δέντρα, σε κεραίες τηλεοράσεως. Τεκμήρια προσπαθειών που σχεδόν ποτέ δεν έχουν αίσιο τέλος.

Πόσοι αετοί επιζούν για να γιορτάσουν άλλη μια Καθαρή Δευτέρα; Σίγουρα, πολλοί είναι θύματα της ατζαμοσύνης των νεότερων (που η παλιά τέχνη: ώρες να στρώσεις τα ζύγια!). Άλλά οι περισσότεροι είναι θύματα της φιλοδοξίας.

Πιο ψηλά – ακόμα πιο ψηλά !

Ανάγκη να βρεθούνε πιο κοντά στο Θεό, πιο μακριά από τον εαυτό τους, πιο ψηλά από τους άλλους;

Η μέθη του Διαστήματος, που παρασύρει και απογειώνει τον χειριστή μαζί με το χαρταετό;

Το τέλος είναι δεδομένο. Ίσως είναι και η πρώτη τραγική εμπειρία για κάθε παιδί. Ο μύθος του Ίκαρου παρασταίνεται χιλιάδες φορές κάθε Καθαρή Δευτέρα. Και το θύμα είναι η πρώτη αγάπη ενός παιδιού, που χάνεται επειδή αποτολμά το αδύνατο. Διδαχή τραγωδίας.

Όμως, εκτός από το τραγικό, υπάρχει και το δραματικό στοιχείο. Όχι μόνο αγώνας με τα ανθρώπινα όρια - αλλά και αγώνας με τους ανθρώπους. Ανταγωνισμός μέχρι θανάτου.

Παιδιά, στολίζαμε με ξυραφάκια τις ουρές των αετών. Για να κόβουμε τις καλούμπες (ή και τις ουρές) των άλλων. Και οι πιο επικίνδυνοι αετοί- επειδή ήταν ιδιαίτερα ευέλικτοι και γρήγοροι- ήταν τα "σμυρνάκια". Ιδεώδη για ξυράφια, αλλά δύσκολα στην κατασκευή και στο πέταγμα.

Τώρα έχουν εξαφανιστεί από τους ουρανούς. Είχαν σχήμα αντίστροφης σταγόνας. Ο σκελετός τους φτιαχνόταν από ένα καλάμι λυγισμένο, με ένα πηχάκι οριζόντιο για κόντρα. Ήταν όμορφα, κομψά, όχι σαν τις σημερινές ιπτάμενες τηγανίτες.

Θυμάμαι ένα σμυρνάκι μαύρο, κατάμαυρο. Στη μαύρη ουρά λάμπανε κι αστράφτανε οι λεπίδες. Δεν μάθαμε ποτέ ποιος το σήκωνε. Ξαφνικά εμφανιζότανε ανάμεσα στους αετούς της γειτονιάς και σκορπούσε όλεθρο. Όμορφο σαν άγγελος θανάτου, κομψό κι αγέρωχο, σειόταν, λυγιζόταν, πλησίαζε. Έκανε μετά την υπολογισμένη βουτιά του - κι άλλος ένας χαρταετός έπεφτε ακυβέρνητος στο κενό. Παιδιά κλαίγανε, μπαμπάδες ψάχνανε για τον ένοχο.

Όμως αυτός άλλαζε στέκι μέσα στα χαμηλά -μονόπατα και δίπατα- σπίτια και ποτέ δεν τον βρήκαμε.

Δεν πειράζει. Πήραμε άλλο ένα δίδαγμα: πόσο οδυνηρό, ανεξήγητο και περίεργα όμορφο είναι το Κακό.

Ενα κείμενο του 1983 και μία φωτό αετού από το Διαδίκτυο - δεν είναι σμυρνάκι αλλά δείχνει την ψυχή του. Καλά Κούλουμα!

Σάββατο, Μαρτίου 04, 2006

Memories mining: Carnival



Τελευταίο Σαββατοκύριακο της Απόκριας κι εμείς μιλάμε για κηδείες και αποτεφρώσεις!

Ας αλλάξουμε θέμα.

Ελπίζω πως οι νεότεροι της παρέας θα διασκεδάσουν αυτές τις μέρες. Κι εγώ θα ήθελα να το κάνω αλλά ...το μεν πνεύμα πρόθυμον, το δε μυοσκελετικό σύστημα και οι αρθρώσεις με έχουν ταράξει τελευταία. Κι άμα ακούς «εκφυλιστικά συμπτώματα» ξέρεις πως δεν υπάρχει φάρμακο και γιατρειά.

Έτσι λοιπόν το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να ασκήσω το δικαίωμα των παλαιών και να ανασύρω αναμνήσεις (memories mining, σε γλώσσα ψηφιακή).

Πάω πενήντα χρόνια πίσω, στο Μόναχο – και αντιγράφω (από τους "Δρόμους" μου):

Το Καρναβάλι του Μονάχου λέγεται Fasching και κρατάει πολύ περισσότερο από το δικό μας - αρχίζει από τις 6 Ιανουαρίου. Και ήταν (είναι;) ένα ξεφάντωμα χωρίς καμία αναστολή. Για ένα παιδί της ελληνικής μεταπολεμικής κοινωνίας ήταν κάτι ανάμεσα σε ρωμαϊκό όργιο και Βαλπούργεια νύχτα. Ολονύκτιοι χοροί, ολοκληρωτικές μεταμφιέσεις και σκηνικά, ολόψυχο μεθύσι, ολόγυμνες γυναίκες, ολότελα παραδομένες. Πλήρης δημοκρατική εξίσωση των πάντων: διανοούμενοι, βιομήχανοι, εργάτες και καθηγητές, με μάσκες ή χωρίς, ήταν ίσοι. Βέβαια υπήρχαν και τα in στέκια που τα έμαθα αργότερα, όπως το ατελιέ του Eickemaier. Αλλά και οι μεγάλοι δημόσιοι χοροί π. χ. στις αίθουσες και τα υπόγεια του Regina Hotel ήταν αρκετοί για να πάρεις μία γεύση. Τις τελευταίες ημέρες πριν την Τετάρτη των Τεφρών (Aschermittwoch) η πόλη κυριολεκτικά παραληρούσε ολόκληρη.

Το πρώτο Fasching άρκεσε για να μου καταστρέψει μερικά στερεότυπα («μόνον οι Έλληνες ξέρουν να γλεντάνε!») και να μου δείξει πως οι Βόρειοι μπορούν εύκολα να βγαίνουν από τον κλειστό εαυτό τους.


Ποτέ και πουθενά στην Ελλάδα δεν γνώρισα αυτό το γλέντι χωρίς όρια. Ακόμα και στα καλά καρναβάλια της Πάτρας, υπάρχει κάπου το σφίξιμο, ο πουριτανισμός και η νεοελληνική σοβαροφάνεια. Στο Μόναχο οι άνθρωποι μεταμορφώνονταν εντελώς, έκαναν πράγματα που δεν θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν στην κανονική τους ζωή και μετά επέστρεφαν σε αυτή. Ήταν δε απόλυτη η σύμβαση: την κυρία με την οποία είχες κάνει έρωτα σε μία γωνιά της σάλας, αν την έβλεπες την άλλη μέρα στο δρόμο, δεν την ήξερες ούτε σε γνώριζε.

Καλή Απόκρια και καλή διασκέδαση!

Φωτογραφίες που να τράβηξα εγώ, δεν υπάρχουν. Βρήκα μία από συγκέντρωση ξένων φοιτητών το 1955 (εγώ είμαι ο Φαρούκ με τα μαύρα γιαλιά και το φέσι - τότε ήταν της μόδας. Την διακόσμησα γιατί ήταν φτωχή. Και μία που, ντυμένος gaucho, χορεύω με την Inge.

Παρασκευή, Μαρτίου 03, 2006

Χειραφέτηση



Όταν με βάφτισαν, δεν με ρώτησαν. Έτσι έγινα Χριστιανός Ορθόδοξος.

Κι όταν νυμφεύτηκα – πρώτη και δεύτερη φορά – δεν είχα άλλη επιλογή. Έτσι οι γάμοι έγιναν στην εκκλησία, παρά την θέλησή μου.

Αργότερα καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, έστω και μαϊμού.(Αναγκάστηκα να παραιτηθώ από τα «Επίκαιρα» διότι αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν το προφητικό άρθρο μου εναντίον του «ισόκυρου». Και ήταν προφητικό γιατί με αυτή την ευρεσιτεχνία της εκκλησίας μας, που δεν ισχύει σε καμία χώρα της Ευρώπης, ο πολιτικός γάμος υπονομεύθηκε και τελείται μόνο από περιθωριακούς και αλλοδαπούς).

Πάντως επωφελήθηκα από την δυνατότητα της επιλογής – και ο τρίτος μου γάμος ήταν πολιτικός.

Με τα χρόνια άρχισα να αντιμετωπίζω το γεγονός που πλησίαζε: τον επικείμενο θάνατό μου.

Έτσι πριν από έξη μήνες έγραψα μία

Ανοιχτή επιστολή στον Πρωθυπουργό

(περί ελευθερίας επιλογών)

Κύριε πρόεδρε, ικανοποιήσατε (για πολλοστή φορά στην ιστορία του Ελληνικού Κράτους) ένα ακόμα αίτημα της Εκκλησίας. Μετατρέψατε, σε πείσμα της λογικής και των σκεπτόμενων Ελλήνων, τις σχολές της σε ΑΕΙ.

Μήπως τώρα θα έπρεπε, έτσι για λόγους ισορροπίας (και ισοπολιτείας), να ικανοποιήσετε κι ένα μακροχρόνιο αίτημα των άλλων Ελλήνων; Σπεύδω να προσθέσω: όχι των άθεων, ούτε των άπιστων – αλλά απλώς των πιο φιλελεύθερων.

Κύριε Πρόεδρε, η Ελλάδα είναι το μόνο Ευρωπαϊκό κράτος όπου δεν υπάρχει επιλογή για τα μετά θάνατον. Η καύση των νεκρών δεν απαγορεύεται ρητώς – αλλά και δεν επιτρέπεται. Όποιος θέλει αυτή την επιλογή πρέπει να υποβάλει την οικογένειά του στην ταλαιπωρία και την δαπάνη ενός μακάβριου ταξιδιού.

Δεν ενδιαφέρει το δογματικό ζήτημα – αν και κορυφαίοι ορθόδοξοι θεολόγοι γνωματεύουν ότι δεν υπάρχει ρητή απαγόρευση ούτε στην δική μας εκκλησιαστική παράδοση. Και φυσικά όλοι οι Ευρωπαίοι που αποτεφρώνονται, είναι και αυτοί Χριστιανοί.

Όμως το θέμα δεν έχει σχέση με τα εκκλησιαστικά δόγματα – αλλά με τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έχει σχέση και με την σύνθεση του πληθυσμού: ήδη ζουν στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι των οποίων η παράδοση επιτρέπει – αν όχι επιβάλλει – την καύση των νεκρών.

Κύριε Πρόεδρε, έφθασα σε ηλικία που οφείλω να κάνω και εγώ αυτή την επιλογή. Παρακαλώ να μου επιβεβαιώσετε ότι είμαι ελεύθερος πολίτης, σε μία ανοιχτή κοινωνία, σε ένα δημοκρατικό κράτος – και μου δίνεται η δυνατότητα να διαλέξω.


Το κείμενο αυτό ανέβηκε στην ιστοσελίδα μου, δημοσιεύθηκε στις 27.9.05 στην «Ελευθεροτυπία», όπου, λίγες μέρες μετά, το σχολίασε σε κύριο σχόλιο ο Γιώργος Βότσης. Ξεκίνησε ένας νέος διάλογος (το θέμα είχε τεθεί πολλές φορές παλιότερα) ο οποίος κατέληξε στον νέο νόμο που ψηφίστηκε προχθές από την Βουλή και που επιτρέπει την αποτέφρωση των νεκρών.

Ας ελπίσουμε (χρειάζεται να εκδοθεί και ένα συναφές πολιτικό διάταγμα) ότι γρήγορα θα γίνει πραγματικότητα.

Ας διευκρινίσω εδώ πως δεν είμαι (όπως γράφεται συχνά) εναντίον της Ορθοδοξίας, ή του Χριστιανισμού, ή οποιασδήποτε άλλης θρησκείας. (Παρόλο που έχω τις επιφυλάξεις μου για τον ρόλο και την επίδραση των θρησκειών στα ανθρώπινα πράγματα). Είμαι υπέρ της ελευθερίας των επιλογών. Θεωρώ ότι κανείς δεν πρέπει να κάνει κάτι, αν δεν το θελήσει ελεύθερα και το αποφασίσει από μόνος του.

Χειραφέτηση. Αυτό είναι το μήνυμα του Διαφωτισμού (επικατάρατου κατά τον Αρχιεπίσκοπο) που οδήγησε στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τις πάσης φύσεως κηδεμονίες και εξουσίες. Που μας χάρισε τον μόνο ισχύοντα ηθικό κώδικα της εποχής μας: τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Διακόσια πενήντα χρόνια μετά, αρχίζει να αναφαίνεται και στη χώρα μας.



Φωτογραφίες από τους Αγίους Τόπους. Κάτω οι προσκυνητές στην εκκλησία του Αγίου Τάφου.

Πέμπτη, Μαρτίου 02, 2006

Μια στιγμή χαράς



Το πάθος της φωτογραφίας το έχω από παιδί. Έχω τραβήξει χιλιάδες λήψεις, ντουλάπια ολόκληρα υπάρχουν εδώ γεμάτα με διαφάνειες ή αρνητικά. Μερικές πήραν βραβεία, άλλες πούλησαν προϊόντα, εμφανίστηκαν σε εκθέσεις, μπήκαν σε βιβλία και σε εξώφυλλα. Όμως η ωραιότερη φωτογραφία που έβγαλα ποτέ είναι ένα στιγμιότυπο χαράς, τόσο εκρηκτικής, τόσο μεταδοτικής, που μπορεί να πει κανείς: «αξίζει τον κόπο η ζωή για μία τέτοια στιγμή».

Εγώ είμαι πίσω από την μηχανή αλλά γελάω σίγουρα γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Στην εικόνα, σκασμένοι στα γέλια είναι με την σειρά η μικρή Αννούλα Θεμελή, η Ζοζέτα Θεμελή, ο Νίκος Σαξώνης, η Ελένη Δήμου-Φυλακτού, η Όλιγκα Σαξώνη, η Μιράντα Νικολοπούλου η Αλίκη Δαμασκηνού, ο Δημήτρης Θεμελής και ο Τέλης Δαμασκηνός. Είναι προφίλ, πιασμένοι από τους ώμους σαν να χορεύουν έναν άγνωστο χορό – και στην φιγούρα σηκώνουν όλοι το αριστερό τους πόδι. Θαυμάσια συγχρονισμένοι στην κίνηση αλλά ακόμα πιο πολύ στην έκφραση. Λες και αυτόματος μηχανισμός πυροδότησε την έκρηξη κεφιού στα πρόσωπά τους.

Είμαστε το Πάσχα του 1968, στην Κέρκυρα. Στον κήπο του παλιού προγονικού σπιτιού της Ζοζέτας Θεμελή, στην Ανάληψη. Τα τρία ζευγάρια και η Μιράντα (κάποτε γραμματεύς μου) ήταν τότε η μόνιμη παρέα μας. Με τους Θεμελή, κουμπάρους μας, είχαμε κάνει πολλά ταξίδια μέσα κι έξω από την Ελλάδα. Με τον Νίκο Σαξώνη ήμασταν φίλοι και συνεργάτες. Αυτός σταδιοδρόμησε γερά, έφτασε διευθυντής σε μεγάλη πολυεθνική – και κάποια στιγμή αυτο-προβιβάστηκε. Έγινε ξενοδόχος στο Πάπιγκο. Ίσως ο πιο ευτυχισμένος και επιτυχημένος. Ανεβαίνω καμιά φορά στο βουνό του, στα χίλια μέτρα, και μιλάμε. Τον Τέλη τον βλέπω καμιά φορά στο Ψυχικό. Από τα ζευγάρια της φωτογραφίας μόνον οι Θεμελή δεν είχαν χωρίσει. Τους χώρισε ο θάνατος του Δημήτρη. Το σπίτι της Ανάληψης πουλήθηκε. Τώρα έχει και πισίνα.

Το κείμενο αυτό είναι ένα κεφάλαιο από την αυτοβιογραφία μου. Περιγράφει την φωτογραφία, αλλά δεν την δείχνει. Εδώ εμφανίζεται για πρώτη φορά.

Τετάρτη, Μαρτίου 01, 2006

Ανοίξτε! Η Άνοιξη!



Προσπαθώ να αλλάξω ατμόσφαιρα στο blog. Ο ήλιος με έπεισε και το φως με κερδίζει. Δεν μπορώ να πω πολλά, προτιμώ να μιλήσω με εικόνες. Είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης...



Περυσινές φωτογραφίες από τον κήπο στα Κιούρκα.