Σάββατο, Ιανουαρίου 28, 2006

Πείνα



Άλλα ήθελα να γράψω σήμερα στο ημερολόγιό μου, όμως με στοιχειώνει από μέρες μία φωτογραφία που τράβηξα πριν δέκα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη και ανακάλυψα ψάχνοντας κάτι αρχεία. Από μακριά φωτογράφησα έναν άνθρωπο, ώρα καρφωμένο στην βιτρίνα ενός άθλιου μαγέρικου. Κοίταζε το φαγητό σαν να προσπαθούσε να το ρουφήξει με τα μάτια μέσα από το τζάμι. Πεινούσε.

Και ενώ στο φόντο του νου μου ζούσε η φωτογραφία, μου έστειλαν από τις εκδόσεις «Πόλις» το τελευταίο βιβλίο του John Rawls: «Η Δίκαιη Κοινωνία». (Μετάφραση: Φιλήμων Παιονίδης).

Ο Rawls έγινε παγκόσμια γνωστός για το βιβλίο του «A Theory of Justice» (1971,1999, ελληνικά 2001, Πόλις). Προσπαθεί να επιλύσει το πρόβλημα της κοινωνικής αδικίας επιστρέφοντας σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο που θα βασίζεται σε δύο αρχές: α) την διασφάλιση στα άτομα του μέγιστου βαθμού ελευθερίας συμβατού με την ίδια ελευθερία για τους άλλους και β) την αρχή της διαφοράς (difference principle) ότι οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες θα αποβαίνουν πάντα «προς το μέγιστο όφελος των λιγότερο ευνοημένων». Η δεύτερη αυτή αρχή ονομάστηκε maximin (το maximum γι αυτούς που είναι στο minimum).

Προσπάθησε να συνδυάσει τον πολιτικό φιλελευθερισμό (έγραψε και ένα βιβλίο με αυτό τον τίτλο), με την κοινωνική δικαιοσύνη. Δέχθηκε ομαδικά πυρά και από δεξιά και από αριστερά – αλλά παραμένει κορυφαίος πολιτικός και ηθικός στοχαστής.

Το θέμα μου δεν είναι ο Rawls, αλλά η πείνα. Την έχω νιώσει κι εγώ για ένα διάστημα. Όχι μόνο την προσωρινή πείνα του φοιτητή που ξέμεινε – αλλά και την άγρια πείνα του άνεργου και άπορου, που δεν ξέρει αν και πότε θα ξαναφάει.

Η πείνα και η φτώχια. Στην γειτονιά μας. Στην πόλη μας. Στην χώρα μας. Σε όλο τον κόσμο. Πως λύνεται; Με φιλανθρωπία; Με φορολογία; Με αναδιανεμητικά συστήματα: παίρνουμε το χρήμα από τους πλούσιους και το μοιράζουμε; (Αλλά μήπως έτσι φτωχύνουμε τελικά όλοι;). Ο σοσιαλισμός είναι δίκαιος, αλλά δεν παράγει πλούτο για να τον μοιράσει. Ο καπιταλισμός παράγει πλούτο αλλά και αδικία.

Ο Bill Gates αποφάσισε ότι θα δώσει το 95% της περιουσίας του στον Τρίτο Κόσμο. Δεν είναι μόνο ότι δίνει δισεκατομμύρια – έφτιαξε άλλη μία Microsoft, για να επιβλέψει την σωστή διανομή. Το 80% της βοήθειας των πλούσιων χωρών, δεν φτάνει στους τελικούς παραλήπτες. Τα θύματα του τσουνάμι ακόμα περιμένουν...

Τόσα προβλήματα... Κι εγώ νιώθω τα μάτια του πεινασμένου Τούρκου καρφωμένα στην πλάτη μου. «Ντρέπομαι για την ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου».

Πέμπτη, Ιανουαρίου 26, 2006

Είμαι Έλλην, το καυχώμαι...



Μια χθεσινή είδηση μου θύμισε ένα θέμα που πάντα με προβληματίζει.

Σε έρευνα της Eurostat οι Έλληνες παραμένουν πρώτοι σε εθνική υπερηφάνεια. Το ποσοστό τους έπεσε (ήταν κάποτε στα 90%, τώρα στα 80) αλλά παραμένει διπλάσιο από τον μέσο όρο των υπόλοιπων Ευρωπαίων.

Γιατί;

Δεν έχουν οι άλλοι Ευρωπαίοι λόγους να είναι υπερήφανοι; Οι Ιταλοί, με τους αρχαίους Ρωμαίους, την Αναγέννηση, την ζωγραφική τους και την όπερα; Οι Ισπανοί και Βρετανοί που κάποτε κυβερνούσαν την υφήλιο; (Ας αφήσουμε τον Σαίκσπηρ και τον Θερβάντες). Οι Γάλλοι που με τη γλώσσα τους και τον πολιτισμό τους κυριαρχούσαν επί αιώνες σε όλη την Ευρώπη. Οι Γερμανοί με τους γίγαντες της μουσικής και της φιλοσοφίας...

-Μα οι αρχαίοι Έλληνες...

Η αξία δεν κληρονομείται ούτε μεταφέρεται. Ο γιος του νομπελίστα δεν είναι κληρονομικώ δικαιώματι καλύτερος. Υπερήφανος μπορεί να είναι κάποιος μόνο για τα πράγματα που πέτυχε ο ίδιος.

Όποτε ακούω την φράση «μας έκανε εθνικά υπερήφανους…» (π. χ. η Εθνική Ποδοσφαίρου ή το χρυσό μετάλλιο κάποιου Έλληνα (ή Ελληνοποιημένου) αθλητή, απορώ.

Ας αναλύσουμε την κοινότοπη αυτή φράση: πίσω από τις λέξεις «εθνικά υπερήφανος» κρύβονται δύο παραδοχές: α) ότι το ΄Έθνος είναι μία διαχρονική κοινότητα αίματος όπου όλοι είμαστε συγγενείς και συγκοινωνούντα δοχεία και β) ότι η νίκη ενός από εμάς αποδεικνύει την ανωτερότητα του συνόλου (άρα και του καθενός – εξ ου και η ατομική υπερηφάνεια).

Αυτές οι «φυλετικές» θεωρίες για το έθνος, είναι σκέτος εθνικισμός. Ιστορικά αστήρικτες, έγιναν αιτία για πολλούς πολέμους, γενοκτονίες και το Ολοκαύτωμα. Σήμερα η επιστήμη δέχεται ότι τα έθνη είναι «φαντασιακές κοινότητες» που δημιουργήθηκαν πριν από δύο με τρεις αιώνες και μάλλον έχουν ημερομηνία λήξεως.

Άλλωστε, στις πολυπολιτισμικές μας κοινωνίες κανένα από τα χαρακτηριστικά με τα οποία όριζαν οι παλιοί το έθνος δεν ισχύει πια: ούτε το «όμαιμον», ούτε το «ομόγλωσσον», ούτε το «ομόθρησκον». Ο Νιγηριανός τρίτης γενιάς, που αύριο μπορεί να γίνει καλός Έλληνας ποιητής, θα αντλεί την αξία του από τον Πίνδαρο;

Το έθνος είναι μία σύμβαση ανθρώπων που αποφάσισαν να πορεύονται μαζί – ένα «καθημερινό δημοψήφισμα» όπως το ονόμασε ο Ρενάν.

Τελικά νομίζω πως αυτή η εθνική υπερηφάνεια είναι αποτέλεσμα της εθνικής μας ανασφάλειας. Μία υπεραναπλήρωση, που μας κάνει ζημιά. Οδηγεί στη θεωρία του «περιούσιου» λαού, που, ακριβώς επειδή νιώθει ξεχωριστός, αισθάνεται συνεχώς ριγμένος. Συνδέεται με τον ρατσισμό και την ξενοφοβία μας (κι εκεί πρώτοι στην Eurostat). Και μας κάνει να κοιτάμε συνεχώς πίσω, αντί για μπροστά.

Υ. Γ. Η φωτογραφία βγήκε το 2004 με τηλεφακό μέσα από τις εληές του πεζόδρομου της Διονυσίου Αεροπαγίτου, εκεί που ήταν κάποτε το σπίτι του Παρθένη.

Τρίτη, Ιανουαρίου 24, 2006

sextus for sex



Η φωτογραφία δείχνει το πρώτο σώμα που αγάπησα (σώμα - όχι άνθρωπο). Την έβγαλα ένα χειμωνιάτικο πρωί, αυγή, χαράματα, στο φοιτητικό μου δωμάτιο. Μόναχο 1955. Τo όνομά της, Margot.

Πενήντα χρόνια μετά, στους "Δρόμους" έγραφα: Δεν γίνεται να αποσιωπήσω αυτό που ήταν πάντα το πιο σημαντικό στην ζωή μου – με μεγάλη απόσταση από ο,τιδήποτε άλλο. Κανείς δεν μπορεί να με καταλάβει αν δεν ξέρει ότι για μένα το «πρώτο κινούν» ήταν το πάθος και η ερωτική έλξη.

Ας γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος: όταν μιλάω για έρωτα εννοώ το σεξ. Τα συναισθήματα τα γνωρίζω σαν εποικοδόμημα. Στην βάση υπάρχουν οι αισθήσεις – και (για να παραφράσω το παλιό λατινικό) τίποτα δεν είναι στο νου που δεν ήταν πριν στις αισθήσεις.

Μα, η αγάπη, η συντροφικότητα, η φιλία; Υπέροχα και σημαντικά συναισθήματα, τα ζω τώρα κάθε μέρα σε μία σχέση όπου είμαι παιδί και πατέρας, σύντροφος και συνένοχος, φίλος και παρέα. Αλλά όλα αυτά μπορεί να συνυπάρχουν με αυτό που ονομάζω έρωτα – μπορεί και όχι. Δεν διαφοροποιούν την ύπαρξή του – εκτός κι αν την αποδυναμώνουν.

Αν προσπαθούσα να εκφράσω με φιλοσοφικούς όρους την βιοθεωρία μου θα την ονόμαζα αισθησιαρχία. Γιατί τα δύο πράγματα που με κινητοποιούσαν, ο έρωτας και η τέχνη, ήταν και τα δύο αισθησιακής προέλευσης. Βέβαια, μετά τις αισθήσεις δραστηριοποιούσαν και όλες τις άλλες ψυχικές και νοητικές λειτουργίες. Αλλά από την αίσθηση ξεκινούσαν και σε αυτήν κατέληγαν.


Εδώ και 15 χρόνια, το δικτυακό μου ID είναι sextus. Προς τιμήν του Sextus Empiricus (Σέξτος Εμπειρικός, σκεπτικός φιλόσοφος) που ήταν ο πρωταγωνιστής της διδακτορικής μου διατριβής. (Στα ελληνικά κυκλοφόρησε με τον τίτλο: "Το Απόλυτο και το Τάβλι"). Ο σκεπτικισμός μου έχει πολύ να κάνει με τον αισθησιασμό - όσο περισσότερο δυσπιστείς στις ιδέες, τόσο οξύνεις τις αισθήσεις.

Και πιστεύω πως δεν είναι τυχαίο πως μέσα στο όνομα Sextus (που τότε σήμαινε "έκτος") υπάρχει η λέξη sex.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 23, 2006

Fun and games



Επειδή κουράστηκα (κι εσείς φαντάζομαι) με τις σοβαρές συζητήσεις...

Επειδή 450 σχόλια στο τελευταίο θέμα μπορεί να μην είναι παγκόσμιο ρεκόρ αλλά πανελλήνιο μάλλον είναι.

Σκέφθηκα να μιλήσουμε για κάτι που δεν θεωρείται σοβαρό αλλά είναι:

Το παιχνίδι.

Ορίζω το παιχνίδι σαν κάθε δραστηριότητα που γίνεται χωρίς άλλο στόχο από την διασκέδαση – δηλαδή χωρίς άλλο σκοπό από τον εαυτό του.

Και για αυτό τον λόγο είναι μια τελείως ελεύθερη πράξη. Η μόνη ανθρώπινη δραστηριότητα που δεν έχει σκοπιμότητες.

Βέβαια, κάποτε τις αποκτά εκ των υστέρων – όπως τα σπορ που έγιναν big business. Ή ο τζόγος, που μπορεί να ξεκίνησε σαν παιχνίδι, αλλά τζιράρει δισεκατομμύρια.

Παίζετε;

Εγώ όσο γερνάω παίζω περισσότερο. Από computer games μέχρι bridge, από πασιέντζα μέχρι μονόπολυ.

Σκάκι έπαψα να παίζω από τότε που συναντήθηκα με ένα ρώσο Grand Maitre και κατάλαβα ότι θα χρειαζόμουνα χρόνια για να μάθω όλα τα ανοίγματα και τις άμυνες.

Αλλά παίζω καλό ντόμινο, ντάμα, πόκερ – και μέτριο τάβλι.

Ας μιλήσουμε για παιχνίδια. Οι φωτογραφίες είναι από μία επίσκεψη στην Disneyland στο Orlando, Fla. Ο δικός μας Mickey (δυστυχώς δεν τον συνέλαβα φωτογραφικά) είχε πει πως ο Disney έχει δώσει περισσότερη χαρά στον κόσμο από πολλές σημαντικές δοξασίες.

Fun and games λοιπόν – χωρίς αυτά η ζωή χάνει το αλατοπίπερό της...

Κυριακή, Ιανουαρίου 22, 2006

Συνέχεια χωρίς τέλος




Η χθεσινή μας συζήτηση έσπασε κάθε ρεκόρ συμμετοχής. Την ώρα που άρχισα να γράφω αυτό τo post τα comments είχαν φτάσει τα 210.

Την συνεχίζω λοιπόν σήμερα στο ένα σκέλος (αυτό της θρησκείας που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον) αποσαφηνίζοντας την προσωπική μου τοποθέτηση.

Είμαι ένας άθεος χριστιανός. (Ή για να είμαι πιο ακριβής, ένας αγνωστικιστής χριστιανός).

Τις βασικές μου απόψεις τις έχω διατυπώσει σε ένα κείμενο με τίτλο «Χριστός εναντίον Θεού». Σας παραθέτω μερικά αποσπάσματα. Ολόκληρο το κείμενο στο: Χριστός

Η διδαχή του Ιησού προϋποθέτει ένα κόσμο ατελή, πόνου και δυστυχίας. Ένα κόσμο όπου είτε δεν υπάρχει Θεός, είτε, αν υπάρχει, δεν ενδιαφέρεται για την μοίρα των ανθρώπων. Σε αυτόν τον παράλογο κόσμο έρχεται ο Χριστός και προσφέρει ως αντίδοτο την αγάπη.

Το κίνημά του, όχι μόνον δεν αποτελεί συμπλήρωμα ή ολοκλήρωση του θεϊκού έργου – βρίσκεται σε αντίθεση με αυτό. Αν υπήρχε Θεός ο οποίος “τα πάντα εν Σοφία εποίησεν”, ο Χριστός και το κήρυγμά του θα περίττευαν. Ένα και μόνο νεύμα του Παντοδύναμου, θα είχε εξαφανίσει τον πόνο από την γη.

Η θεωρία ότι ο Θεός χρησιμοποιεί την οδύνη “για να μας δοκιμάσει” είναι εξευτελιστική για την οποιαδήποτε έννοια Θεού και ανάξια φιλοσοφικής διαπραγμάτευσης. Όσο για το σαδιστικό εφεύρημα του “προπατορικού αμαρτήματος”, απόγονο των πρωτόγονων ταμπού – είναι σαφώς ένα εξουσιαστικό τέχνασμα του κάθε ιερατείου για να κρατάει δέσμιους τους πιστούς του.

Η θεώρηση του Χριστού ως ανθρώπου όχι μόνο δεν αποδυναμώνει την διδασκαλία του, αλλά την ενισχύει. Θα μπορούσε μάλιστα να ισχυριστεί κανείς ότι η διδαχή του αποκτά νόημα, κύρος και αξία, μόνον αν είναι άνθρωπος. Αν είναι Θεός, πρόκειται για “πολιτική προπαγάνδα” – και η όλη πορεία και Σταύρωσή του, γίνεται κάτι σαν σκηνοθετημένη παράσταση. Με έκβαση γνωστή εκ των προτέρων και κίνδυνο μηδενικό.

Για την λύτρωση και σωτηρία του ανθρώπου, ο Ιησούς δεν προτείνει δογματικές ή ιεροτελεστικές αλλά ηθικές λύσεις. Δεν απαιτεί τόσο να πιστέψουμε σε κάτι όσο να κάνουμε κάτι. Δεν δίνει σημασία στην θρησκευτική τελετουργία αλλά στην ανθρώπινη πράξη (“άφες εκεί το δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου”).

Ακόμα και την πανίσχυρη στο Εβραϊκό χώρο έννοια της αμαρτίας την ξεπερνάει με την αγάπη. Η ουσία αυτού του κηρύγματος είναι να φέρει τους ανθρώπους κοντά και με την δύναμη της αγάπης να τους δώσει την δυνατότητα επιβίωσης σε έναν απάνθρωπο κόσμο: τον κόσμο της φθοράς, της απώλειας και του θανάτου.

Η διδασκαλία του Χριστού είναι ένα κήρυγμα διαμαρτυρίας για την ψυχρότητα και την σιωπή του σύμπαντος, ένα κήρυγμα πανανθρώπινης αλληλεγγύης μπροστά στην αδιαφορία των ουρανών.

Το πως αυτή η διδασκαλία αναμίχθηκε με ένα σωρό ξένες δοξασίες και χρησίμευσε για να συνταχθεί ένα δόγμα, μία θεοδικία και για να παγιωθούν περίλαμπρα εξουσιαστικά οικοδομήματα (που έχουν εντελώς λησμονήσει την αφετηρία τους) αυτό το έχει καταδείξει ήδη η ιστορική έρευνα. Όταν αποκρυσταλλώθηκε οριστικά το δόγμα, η Αγάπη πέρασε στο περιθώριο. Η λέξη “αγάπη” απουσιάζει εντελώς από το Σύμβολο της Πίστεως (το γνωστό σε όλους “Πιστεύω”).

Κάποιος που σήμερα θα ξεκινούσε να διδάξει από την αρχή την Επί του Όρους Ομιλία, θα κινδύνευε – κυρίως από τους εκπροσώπους της εκκλησιαστικής και της κοσμικής εξουσίας. Κάτι γνώριζε Εκείνος, που την ονόμασε “σκάνδαλο”.

Η πραγματική διδαχή του Ιησού δεν πρόλαβε να διαδοθεί. Δεν απέκτησε ποτέ την παραμικρή δυνατότητα να εξαπλωθεί και να πείσει. Οι ίδιοι οι κατηχητές και οι πιστοί της, την πρόδωσαν πρώτοι. Γι αυτό και μπορούμε να μιλάμε για αποτυχία του Χριστιανισμού. Μπορεί να απέκτησε εκατοντάδες εκατομμύρια πιστούς, να ανέδειξε ιεράρχες και θεολόγους, να οικοδόμησε μυριάδες ναούς – αλλά δεν κατόρθωσε το ουσιαστικό: να αλλάξει τον κόσμο.

Φαίνεται ότι η επιθυμία των ανθρώπων για το επέκεινα και την εδώ τελετουργική απεικόνισή του είναι τόσο ισχυρή που τίποτα δεν μπορεί να της αντισταθεί. Όπως και η ανάγκη τους για μία “μαγική”, ετεροκινούμενη λύση στα προβλήματά τους.

Σίγουρα είναι πιο εύκολο να ανάψεις ένα κερί, από το να κάνεις μία καλή πράξη. Να παρακαλέσεις έναν άγιο, από το να ασκήσεις την αγάπη.

Όλα αυτά δεν αφαιρούν αλλά προσθέτουν στο ανθρώπινο πρόσωπο του Ιησού. Που οραματίστηκε ένα κόσμο πολύ πιο πλούσιο σε ανθρώπινες αξίες. Απλώς η ανθρωπότητα δεν στάθηκε αντάξιά του.


Υ. Γ. Η φωτογραφία από την Νέα Συναγωγή της Βουδαπέστης – από τον Ιουδαϊσμό ξεκίνησαν όλοι οι μονοθεϊσμοί.