Σάββατο, Ιανουαρίου 14, 2006

Το καθημερινό ξύρισμα


Μια και κάποιος παραπονέθηκε για την απουσία γυναικών από το blog, σκέφθηκα να τις προκαλέσω.

Το κείμενό μου "Το καθημερινό ξύρισμα" δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Ταχυδρόμος" στις 15.3.79. με τίτλο της σύνταξης. Κυκλοφορούσε μετά για χρόνια σε λαθραίο φυλλάδιο, μπήκε στον τόμο "Σάτιρες" (1992), ανέβηκε σε πολλά sites του Internet ανώνυμα και επώνυμα, και ακόμα κυκλοφορεί. Το θέμα του προκαλεί πάντα μεγάλες αντιπαραθέσεις. Για να δούμε εδώ...

Διαβάστε το ή ξαναδιαβάστε όσοι το ξέρατε από παλιά. Είναι ενδιαφέρον να δούμε αν (και τι) έχει αλλάξει σε 27 χρόνια. Κάνετε κλικ στον τίτλο ή εδώ:

Ξύρισμα

Παρασκευή, Ιανουαρίου 13, 2006

Το blog της Sei Shonagon



Σας προτείνω να παίξουμε το παιχνίδι με τις λίστες. Το άρχισε μία ποιήτρια και αυλικός της Ιαπωνικής αυτοκρατορικής αυλής πριν 1000 χρόνια. Η Sei Shonagon (966-1017) είναι ο πρόγονος όλων μας. Κρατούσε ένα ημερολόγιο (Το Βιβλίο του Μαξιλαριού) όπου κάθε μέρα κατέγραφε τις εντυπώσεις της. Εκπληκτικής ευαισθησίας παρατηρήσεις, σαρδώνιο χιούμορ, ποιητική φινέτσα και ... λίστες. Κάθε τόσο Λίστες με "πράγματα που κάνουν την καρδιά να χτυπά γρήγορα", "πράγματα που οι άνθρωποι περιφρονούν", κλπ.

Μαζί με την Murasaki Shikibu, σύγχρονή της, είναι οι δύο μεγάλες κυρίες (και οι σημαντικότεροι συγγραφείς) της Ιαπωνικής λογοτεχνίας.

Tην ανακαλύψα φοιτητής από μία μικρή γερμανική έκδοση (Insel) και από τότε δεν την έχω αφήσει ποτέ. Έχω το βιβλίο της σε πολλές εκδόσεις - η πιο ωραία είναι της Folio Society, εικονογραφημένη από τον Jasper Dean. Η μεγάλη εικόνα είναι το πορτραίτο της (όπως το φαντάστηκε ο Dean) και η μικρή κομμάτι από το εξώφυλλο - σταμπαρισμένο σατέν.

Λοιπόν εγώ μιμήθηκα την Sei Shonagon και έβγαλα ένα βιβλίο με δικές μου "Λίστες". Αρκετές θα βρείτε εδώ:

Λίστες

Γράψτε μου τις δικές σας - ανταλλάξτε τις μεταξύ σας - θα βρείτε τόσα κοινά και διαφορετικά πράγματα...

Πέμπτη, Ιανουαρίου 12, 2006

Mal du départ


Ξύπνησα σήμερα με έναν έντονο «πόνο της φυγής» (mal du départ) τον λέει ο Καββαδίας.

Μου συμβαίνει συχνά αυτό, όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια. Το έχω περιγράψει και αλλού:

«Πολλά είναι τα πρωινά που ξυπνάω με γεύση ματαιότητας και θανάτου. Όμως είναι και άλλα όπου με διακατέχει μία έντονη επιθυμία απόδρασης. Ονειρεύομαι πως, σιωπηλά, χωρίς κανείς να με πάρει μυρωδιά, μαζεύω μερικά απαραίτητα πράγματα και εξαφανίζομαι. Το που πάω δεν έχει σημασία και αλλάζει από ξημέρωμα σε ξημέρωμα: άλλοτε λιάζομαι σε εξωτικά μέρη και άλλοτε χάνομαι σε μεγαλουπόλεις. Σημασία έχει ότι φεύγω. Αυτή η λαχτάρα της φυγής είναι τόσο έντονη που με πονάει σωματικά». (Οι Δρόμοι μου, σελ. 652 «Φεύγοντας Ακίνητος»).

Ναι το κεφάλαιο λέγεται «Φεύγοντας ακίνητος» γιατί όσο περισσότερο νιώθω αυτόν τον πόθο, τόσο δεν πάω πουθενά. «Οι χειρότερες φυλακές» λεω παρακάτω, δεν είναι αυτές που δεν μπορείς αλλά που δεν θέλεις να φύγεις».

Α, το ταξίδι! Έχω κάνει πολλά – αλλά είναι πάντα λίγα. Κι όσο περνάνε τα χρόνια, βγάζω ρίζες και μετακινούμαι πιο δύσκολα. Το ξεκίνημα, το ξερίζωμα πονάει – αλλά μετά νιώθεις φτερό στον άνεμο που σε τρέχει. Και φεύγεις, φεύγεις.

Καλύτερα από όλους έχει περιγράψει αυτό το αίσθημα ο Baudelaire:

Mais les vrais voyageurs sont ceux-là seuls qui partent
Pour partir;

Μα οι πραγματικοί ταξιδιώτες είναι αυτοί μόνο που φεύγουν
Για να φύγουν. Ανάλαφρες καρδιές, σαν αερόστατα
Από την μοίρα τους ποτέ δεν απομακρύνονται
Και δίχως να ξέρουν γιατί, λένε πάντα : πάμε!


Ναι, ξύπνησα το πρωί με μια γεύση φυγής στο στόμα. Κι όσο μπορώ, θα την αξιοποιήσω. Ίσως μέσα στη μέρα πεταχτώ σε έναν από τους Κρυφούς Τόπους όπου μπορείς να μείνεις μόνος μέσα σε πολλή ομορφιά. Έχω ένα κατάλογο από αυτούς του τόπους – κάτι πανέμορφοι αρχαιολογικοί χώροι σε ακτίνα δύο ωρών από την Αθήνα, όπου δεν θα συναντήσετε ποτέ επισκέπτη ή τουρίστα (ίσως κανένα αρχαιομανή Γερμανό) ακόμα και στην μεγάλη τουριστική έξαρση.

Η φυγή. Το ταξίδι. Κι αν ακόμα δεν φύγω, η αίσθηση της αλλαγής με γέμισε.

«Αλλά αχ, εκείνα τα πρωινά που σε πλημμυρίζει η βεβαιότητα της απόδρασης! Τώρα, λες, ΤΩΡΑ θα τα παρατήσω όλα και θα φύγω. Για μια στιγμή είσαι γεμάτος και ευτυχής».

Τετάρτη, Ιανουαρίου 11, 2006

Διάλειμμα


Σήμερα είναι μία δύσκολη μέρα όλο τρεχάματα. Ελάχιστος χρόνος για blog - ίσως το απόγευμα

Δεν έχω συνηθίσει τα καλά λόγια και με συγκίνησε ιδιαίτερα το κείμενο του Πιτσιρίκου (pitsirikos.blogspot.com).

Μια φωτογραφία για να μην μείνει εντελώς άδειος ο χώρος. Ο σοφός γάτος Ντον, που ήρθε στη ζωή μου με μαγικό τρόπο (τον ονειρεύτηκα 20 ώρες πριν τον συναντήσω) σας καλημερίζει.

Τρίτη, Ιανουαρίου 10, 2006

Αυτό δεν είναι blog - είπε ο Βούδας


Ξυπνώντας το πρωί, πρώτη σκέψη το blog:"Τι θα συζητήσουμε σήμερα;"

Και μετά φρενάρησα. Μια στιγμή! Αυτό είναι blog. Ημερολόγιο! Δεν είναι πανεπιστημικό σεμινάριο, όμιλος συζητήσεων, debating society, forum ή newsgroup. Ούτε είναι δυνατόν να νιώθω σαν τον καθηγητή που ετοιμάζει το θέμα και μπαίνει στην τάξη λέγοντας: "Σήμερα, παιδιά, θα μιλήσουμε για την πρόοδο".

Κανονικά ένα blog πρέπει να μιλάει για τον συντάκτη του: εμπειρίες, βιώματα, συναισθήματα, γεγονότα, παθήματα...

Αλλά έχω πάθει το εξής: επειδή τα βιβλία μου είναι πολύ εξομολογητικά και αυτοβιογραφικά (π. χ. "Το Ημερολόγιο του Καύσωνα" που θα το βρείτε ολόκληρο στο www.ndimou.gr, ή το τελευταίο "Οι Δρόμοι μου", 735 σελίδες ανασκαφή του εαυτού μου) έχω βαρεθεί την ενδοσκόπηση. Έκλεισε αυτός ο κύκλος.

Και τελικά κανείς δεν απαγορεύει σε ένα blog να είναι ο,τιδήποτε.

Οπότε συνεχίζουμε να συζητάμε.

Η συζήτηση περί ευτυχίας με γύρισε σε μία άλλη συνταγή αλυπίας: την Βουδιστική.

Όπως θα ξέρετε ο Βουδισμός δεν είναι θρησκεία. (Άλλο αν μεταγενέστερα θεοποιήθηκε ο Βούδας). Δεν ασχολείται με τους θεούς, δεν τον ενδιαφέρει το επέκεινα - επικεντρώνεται στην απάλειψη της ανθρώπινης οδύνης. Είναι μία αγωγή για την αντιμετώπιση του πόνου. Η συνταγή του είναι μαθηματικά απλή: πονάμε επειδή επιθυμούμε, επειδή γαντζωνόμαστε στα πράγματα. Μόνο η μη προσκόλληση μπορεί να μας προστατέψει από τον πόνο της σίγουρης απωλειας. Κι επειδή αυτό που επιθυμεί είναι το εγώ - η τελική άσκηση είναι η κατάργηση, ο μηδενισμός του εγώ.

Σε τρεις αράδες προσπάθησα να συμπυκνώσω τις δεκάδες Σούτρες του Τριπιτάκα. (Και για τον Βούδα έχω γράψει ένα βιβλίο). Δεν το θέτω σαν θέμα προς συζήτηση (δεν είμαστε σχολείο!) αλλά απλά το προσθέτω για την συνέχεια της συζήτησης.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 09, 2006

Και με τα κεριά, βλέπαμε...


Η χθεσινή μας συζήτηση με έβαλε σε σκέψεις. Γιατί άραγε άνθρωποι που χρησιμοποιούν την τεχνολογία να την αρνούνται ή να την σνομπάρουν; Γιατί γενικά κυριαρχεί απαισιοδοξία γύρω από την πρόοδο και το μέλλον του ανθρώπου;

Παραθέτω ένα παλιότερο κείμενό μου με προσθήκες – θέλω πολύ να ακούσω τις απόψεις σας.

Αν μπείτε στο Internet και δώσετε στο Google τις λέξεις Myth of Progress θα εμφανιστούν δεκάδες άρθρα και μελέτες με ένα κοινό παρανομαστή: ότι η πρόοδος είναι μύθος, φενάκη, απάτη.

Γιατί όμως η πρόοδος είναι μύθος;

Για να ορίσουμε την πρόοδο πρέπει να έχουμε κάποιο κριτήριο, κάποια βάση ή αφετηρία. Σε μία αριθμητική πρόοδο αρχίζουμε από κάποιον αριθμό και ανεβαίνουμε. Και για να διαπιστώσουμε αν υφίσταται πρόοδος σε κάτι, πρέπει να ξεκινήσουμε από κάπου. Αν ένας μαθητής έπαιρνε 11 και τώρα παίρνει 16 λέμε (και σωστά) ότι προόδευσε. Κι αν ένας αθλητής πηδούσε 2 μέτρα και τώρα πέρασε τα 2.15 σίγουρα υπάρχει πρόοδος.

Αν όμως στον αθλητή μας βάλουμε τον πήχη στα τρία μέτρα και δεν τα πηδήσει, τότε μπορούμε να αγνοήσουμε τα 2.15 και να πούμε πως απέτυχε – και μάλιστα έμεινε 85 εκατοστά κάτω από τον στόχο. Δηλαδή, χάλια!

Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η βάση του «μύθου». Βάζουμε τον πήχη πολύ ψηλά και μετά θρηνούμε επειδή αποτύχαμε. Παραγνωρίζουμε – ή δεν αξιολογούμε – αυτά που έχουμε κατορθώσει και κρίνουμε μόνο με βάση τα όσα (κατά τη γνώμη μας) θα έπρεπε να είχαμε καταφέρει.

Τι θα έπρεπε να έχουμε καταφέρει; Μα να είναι όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη, ευτυχείς, υγιείς, εύποροι, χορτάτοι, ελεύθεροι, χαρούμενοι (ενδεχομένως και αθάνατοι) και να ζούνε σε μία φύση απείραχτη, παρθένα, καθαρή, κλπ. Δηλαδή να έχουμε πραγματοποιήσει μία κατάσταση ουτοπίας.

Για μένα όμως υπάρχει μόνο ένα μέτρο και κριτήριο της προόδου: το παρελθόν. Τον μαθητή που παίρνει τώρα 16 δεν θα τον κρίνω με βάση το 20, αλλά το 11 που έπαιρνε μέχρι σήμερα.

Και σε σχέση με το παρελθόν έχουμε κάνει τεράστιες προόδους, σε όλους τους τομείς. Όχι μόνο στην επιστήμη και την τεχνολογία (εκεί δεν το αρνούνται ούτε οι πιο φανατικοί αντιρρησίες – και πως θα μπορούσαν;) αλλά και στους καθαρά ανθρωπιστικούς και ανθρώπινους δείκτες.

Ας αρχίσουμε από τα βασικά: πριν μόλις 200 χρόνια η δουλεία ήταν νόμιμη (ναι, όλοι οι σοφοί μας αρχαίοι την θεωρούσαν φυσικό πράγμα). Πριν 100 χρόνια ο μέσος όρος ζωής στον πλανήτη ήταν 30 χρόνια – τώρα είναι 67. Πριν 100 χρόνια μόνο σε πέντε κράτη ψήφιζαν και εκλέγανε τους ηγέτες τους – τώρα είναι 122. Σύμφωνοι, πολλές εκλογές είναι στημένες, και πολλές δημοκρατίες είναι μόνο κατ’ όνομα – αλλά πρόοδος υπάρχει. Πριν 100 χρόνια η μισή υφήλιος ήταν αποικίες μερικών κρατών – τώρα δεν υπάρχει πια καμία.

Και πάλι πριν 100 χρόνια για να ακούσεις μουσική έπρεπε να πας σε συναυλία, στην Αθήνα δεν υπήρχε ούτε ένα μόνιμο θέατρο και το 80% των Ελλήνων ήταν αγράμματοι.

Πριν 50 χρόνια στο Λονδίνο δεν μπορούσες να αναπνεύσεις από την πράσινη ομίχλη-μπιζελόσουπα (smog, pea-soup) και ο Τάμεσης ήταν δηλητήριο. Τώρα ο αέρας είναι καθαρός και ο Τάμεσης γεμάτος ψάρια. Πριν 35 χρόνια το 36% των ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες λιμοκτονούσε – το 1996 το ποσοστό είχε πέσει στο 18% και σήμερα υπολογίζεται στο 12. Σύμφωνα με τις στατιστικές του ΟΗΕ, στα τελευταία πενήντα χρόνια έχουμε μειώσει την παγκόσμια φτώχεια περισσότερο από ότι στα τελευταία πεντακόσια.

Πριν 50 χρόνια δεν υπήρχε ούτε μία Μη Κυβερνητική Οργάνωση που να νοιάζεται για τα θύματα της πολιτικής βίας, για το περιβάλλον, για τους άρρωστους και τους πεινασμένους – οι λιμοί στην Αφρική ήταν ειδήσεις στα ψιλά των εφημερίδων.

Σύμφωνοι, ο κόσμος απέχει πολύ από το να είναι τέλειος – αλλά δεν υπάρχει πρόοδος;

Κυριακή, Ιανουαρίου 08, 2006

Et in Arcadia ego


Δύσκολη νύχτα, λίγος ύπνος. Ένας επίμονος βήχας με τίναζε κάθε τόσο. Ίωση.

Περίεργο να σηκώνεσαι με βαρύ κεφάλι και να σε θαμπώνει μία Αλκυονίδα μέρα. Με τον ψυχρό, πλάγιο ήλιο του χειμώνα – χαρά των φωτογράφων.

Όχι, δεν τσακώνομαι πια. Πριν από τριάντα χρόνια αρπαζόμουν εύκολα, είχα έτοιμη την ειρωνεία και τον σαρκασμό στο τσεπάκι. Σπάνια έβριζα. Οι ψύχραιμες αιχμές πονάνε πιο πολύ από τις βρισιές.

Με τα χρόνια μαθαίνεις να ξεχωρίζεις τι είναι σημαντικό και τι όχι. Ο καυγάς είναι σπατάλη χρόνου και δυνάμεων. Όχι μόνο δεν αποφέρει τίποτα (αντίθετα με την διαφωνία που είναι η μητέρα της σκέψης) αλλά θολώνει το μυαλό. Όσοι έρχονται στο blog για να τσακωθούν, χάνουν τον χρόνο τους. Εγώ, τουλάχιστον, δεν θα πάρω.

Ελπίζω να περάσετε μία ωραία Κυριακή και σας κερνάω φωτογραφία τραβηγμένη πριν ένα χρόνο στην Αρκαδία, στο φαράγγι του Λούσιου.


Υ. Γ. Τώρα πληροφορούμαι ότι κάποιος (ή κάποιοι) κυκλοφορούν σε άλλα blogs ως Νίκος Δήμου (δυστυχώς τόσο εύκολο) και κάνουν αυτό που δεν θα έκανα ποτέ: αντικρούουν υβριστικά σχόλια για μένα. Τους ευχαριστώ για την υπεράσπιση - αλλά όχι για την πλαστοπροσωπία.

Εμένα θα με βρείτε σε αυτό το blog και στο www.ndimou.gr. Πάω και αλλού, αλλά, αν γράψω, θα είναι μόνο για να επαινέσω.